Πέμπτη 12 Απριλίου 2012

Εμπρόθετο

Εν, εις, εκ (εξ), συν, προς, προ, ανά, κατά, διά, μετά, παρά, αμφί, αντί, περί, επί, από, υπό, υπέρ,
μέχρι, άνευ, χωρίς, πλην, ένεκα


Εξκιούζ μι, μάνα,
ανάμεσα στις τόσες προθέσεις,
πώς να ξεχωρίσει κανείς τις καλές;

αμ πώς;

Δευτέρα 9 Απριλίου 2012

Ρ

Έλα, δεν έχω όρεξη, λες μαλακά, οι τσαμπουκάδες δεν είναι η φάση σου. Κρατάς το τηλέφωνο με το αριστερό, μιλάς και κοιτάς το δεξί, πιτσιλιές στα νύχια, σελφ χελπ μπουκς και ανανέωση χώρου, αρχίδια.
Στην άλλη άκρη το Βερολίνο συννεφιασμένο, εσύ φαντάζεσαι ήλιο και ρετρό ποδήλατα, ψαρωτικούς λάιφστάιλερς με μαύρα τζόκεϋ και κορίτσια με θέμα τον αυτοτραυματισμό.
Φέτος δεν θα 'χει άνοιξη, άχρηστη πληροφορία για τον καιρό, αν ήταν εδώ θα γαμιόσασταν απλώς και μετά θα ξημέρωνε κάπως κουρασμένα, θα κατέβαινες στο κέντρο περιμένοντας την πορεία να ξεκινήσει, η παλάντζα της οργής σου θα έγερνε προς την πλευρά της ευταξίας, αντί γι' αυτό το μίσος μαυρίζει τα μάτια, εντελώς αταίριαστα.

Πέντε αιώνες μετά, τακτοποιείτε φωτογραφίες συμμετρικά, οι γεωμετρικές παραφωνίες του κοινού σας τόπου μένουν να αποτίθενται στα σώματα που πλησιάζουν δειλά, χωρίς να έχουν ιδέα.

Πέμπτη 5 Απριλίου 2012

049

Την παρατηρώ να ντύνεται. Ο κώλος της τρεμουλιάζει λίγο, καθώς πηδάει στο ένα πόδι για να περάσει το καλσόν. Τι διάολο, σκέφτομαι, ανοιξιάτικα, δεν έχει τόσο κρύο, κουβάριασέ το και χώσ' το στην τσέπη της ζακέτας. Δεν λέω τίποτα. Θέλω να στρίψω τσιγάρο, αλλά δεν έχω πιει ακόμα καφέ και φοβάμαι ότι η ανυπομονησία μου θα με προδώσει, ίσως θα ήταν τιμιότερο να ουρλιάξω φυγε!, μετά όμως θα πρέπει να τα μπαλώσω απ' την αρχή, αύριο το βράδυ πάρτυ, συμφωνήσαμε.
Αφήνω έναν ήχο να βγεί, ασυναίσθητα, κι έχω μετανιώσει πριν καν τον ακούσει.
Είσαι πολύ όμορφη.
Χαμογελάω προσποιητά και ειλικρινά, είμαστε πολύ όμορφες μαζί τα βράδια, για τις μέρες είναι που δεν ξέρω, το σημάδι στον ώμο πέφτει ακριβώς κάτω από τη ράντα του σουτιέν, καμιά φορά το παρακάνω, σκέφτομαι. Δεν λέω τίποτα. Άλλη φορά θα κανονίσω ταινία, είναι πιο εύκολο και συγκεντρώνεσαι σε κάτι, τεντώνω την πλάτη μου κι απαντάω ότι νυστάζω λίγο ακόμα σε μια ερώτηση που έτεινε προς το πρώτο πληθυντικό, αλλά έμεινε να μετεωρίζεται ανάμεσα στο θυμό και την κατανόηση. Κάτω από το κρανίο μου σχηματίζονται θεολογικές αναφορές για την κόλαση, τον παράδεισο και το καθαρτήριο. Αυτό είναι διαλεκτική, καταλήγω, κι επενδύω με άγριες φαντασιώσεις τον απόηχο του επόμενου ραντεβού.
Στάση Κολυμβητήριο, ήταν οι πρώτες λέξεις της ημέρας.

Τρίτη 3 Απριλίου 2012

Κέντρο

Ξύπνησα με την οικογένεια των Ρουμάνων
Κάθε άνοιξη αναδύονται μέσα απ' την άσφαλτο
Φέτος αναρωτιέμαι αν έχουν χαρτιά
Ή αν σύντομα θα παίζουν βιολί σε κάποιο στρατόπεδο συγκέντρωσης
Έμενα στο ισόγειο
Όταν το κοριτσάκι με το ανάποδο ντέφι
Μου ζήτησε, αντί για ψιλά,
Ζαμπόνε περ λαβάρε
Δεν καταλάβαινα για λίγο
Κι έτσι έβαλα μπρος
Τις νεκρές γλώσσες
Έτρεξα στο μπάνιο
Κι έφερα
Τρεις πλάκες σαπούνι -στις δύο η μία δώρο-
Χαμογελάσαμε αμοιβαία
Κάτω από τη γύφτικη υπόκρουση
Κι ένιωθες την Αθήνα
Να χωνεύει
Την άγρια επιθυμία των ανθρώπων
Να ακουστούν και να ακούσουν
Όσοι δεν είδαν την πόλη μου γι' αυτό που είναι
Αναμοχλεύουν φανταστικές αναμνήσεις καθαρότητας
-Άλλοι με τσεκούρια στα χέρια, άλλες με μαχαίρια στα δόντια-
Έγω, προς το παρόν, κατοικώ στην Ομόνοια
Και στους μεγάλους δρόμους
Και κάποια βράδια μέσα σου
Στις γωνίες πίσω απ' το Μουσείο
Ή κολλητά στον Ίκαρο, στην Καραϊσκάκη
Πληθαίνοντας και πληθαίνοντας.

Δευτέρα 2 Απριλίου 2012

Evergreen

Τα χέρια της είναι δυνατά ήδη από τους ώμους, που τους τραβάει πίσω επίτηδες για να φαίνεται πιο σίγουρη γι' αυτό που λέει, κι εσύ το ξέρεις αλλά συνήθως το ξεχνάς. Διπλώνει και πιάνει όλον το δικέφαλο με την παλάμη αγκαλιαστά, οι φλέβες πετάγονται, Πειραιώς μεσημέρι, δεν είναι πολλά να γίνουν ακόμα, Απρίλη μήνα, τι συζητάμε...
 Περνάνε μήνες ή και χρόνια αλλά οι διατυπώσεις παραμένουν περιττές, είναι μια ανακούφιση κι αυτό, και η ταγκισμένη μυρωδιά του σώματος στην πόλη, ντουμάνια και αδρεναλίνη, επαναφέρει στη μνήμη το παζλ της σάρκας, εύκολα, εύκολα και γνώριμα, μια κόγχη για το βλέμμα μέχρι αύριο το πρωί.
Να πριονίσεις την κλείδα με τα δόντια, να ακουμπήσεις τους αντίχειρες στο στομάχι, να σπρώξεις τα γόνατα με τους αγκώνες, σ' αγαπάει πάντα και δεν μπαίνει στον κόπο σου, τα δυνατά της χέρια της φτάνουν για να ανοίγει δρόμο ανάμεσα στις μέρες της απουσίας, οι δικές σου λέξεις δεν σημαίνουν τίποτα, αλλά μία η άλλη τις λες, έτσι θα είναι, σκέφτεσαι, η επιστροφή στη μήτρα, υγρό στα ρουθούνια, στα αυτιά, στα μάτια.
Και ποτέ δεν ρωτάς.

Δευτέρα 26 Μαρτίου 2012

Εt in Arcadia ego







Καθαρός αέρας, επιτέλους, σε ακούω να λες, ακομπανιαμέντο με το ακορντεόν που παίζει βαλκανικά τα Κύματα του Δουνάβεως και το μπάσταρδο χάσκι που ουρλιάζει την απορία του, πώς έγιναν όλα αυτά νόημα, είναι σίγουρα ενδιαφέρον, σε ακούω να λες, αλλά το ξέρεις και δεν με ξεγελάς.
Δεν είναι αφαίρεση αυτό που πονάει μέσα στους Άλλους (τόσες λέξεις για το τίποτα, ένα πανταχού παρόν αίτημα σύνθεσης του απλού), αυτό το γυμνό και ασχημάτιστο πλάσμα που τρέμεις και σιχαίνεσαι να αγγίξεις, αλλά πρέπει τώρα -χτες- να το κάνεις να σταματήσει να απαιτεί την επιστροφή σ' έναν τόπο άναρθρο, συνεχή και αδιατάρακτο.
Ακόμα και στην Αρκαδία, καλή μου, κι εκεί ακόμα, η ζωή είναι ένας ζευγαρωτός χορός με το θάνατο και, για να μπορέσεις να αυτοσχεδιάσεις, πρέπει να μάθεις τη φόρμα.

κάπως έτσι

Τρίτη 13 Μαρτίου 2012

Momentum ή οι μισάνοιχτές πόρτες

Το καλοκαίρι του ογδονταεφτά περιμέναμε καύσωνα, και οι δικοί μου ήταν ανήσυχοι. Τις ώρες που ερχόταν το νερό γεμίζαμε τα μεγάλα βαρέλια για το πλύσιμο. Εμένα καρφί δεν μου καιγόταν για τον καύσωνα και για την τρύπα του όζοντος, μόνο που ένιωθα κάτι από το τέλος του κόσμου στα μάτια τους και ακόμα τους εμπιστευόμουν. Σ' αυτό το σπίτι, σ' εκείνον το διαβολότοπο, έβαλαν μέσα μου κάτι απ' την έννοια της συντέλειας. Τα μεσημέρια κοιμόμασταν υποχρεωτικά, πίσω από κλειστά παντζούρια και βρεγμένες αυλές. Το πρόβλημα με τις μισάνοιχτες πόρτες γεννήθηκε ένα ζεστό μεσημέρι του ογδονταεφτά.
Μεγαλώναμε μαζί τα καλοκαίρια και τις γιορτές, με τη βαθιά ενοχή της επιβεβλημένης εγγύτητας, αδερφές για ένα τρίμηνο το χρόνο και μετά χώρια. Την αγαπούσα ή την αποστρεφόμουν, ακόμα δεν το λέω με σιγουριά. Χαριτωμένη και δύσκολη, τα ψηλά της πόδια πονηρό γέλιο για τους πατεράδες μας και υποσχετική για τους φίλους τους, που δεν τολμούσαν να μιλήσουν. Εμένα πάντως με βασάνιζε με τους χοντρούς της τρόπους, ξύλο και χάδια σ' εναλλαγή, μέσα στη μέρα χίλιες φορές.
Το μεσημέρι κοιμηθήκαμε μαλωμένες, εγώ στο μέσα δωμάτιο, που χωρίστηκε από το δικό της με έναν ξεφτιλισμένο τοίχο από σουηδικό ξύλο. Όταν δίψασα, έπρεπε να περάσω από μπροστά της για να φτάσω στο ψυγείο. Δεν ήθελα. Το πείσμα και η συστολή μου βάραιναν τα πόδια. Στάθηκα στη μισάνοιχτη πόρτα και κοίταξα στο βάθος, εκείνο το ψηλό κρεβάτι με το στρώμα που βούλιαζε.
Δεν είχα ξαναδεί κανέναν να μαλακίζεται, κι η ανάσα μου κατέβηκε ως κάτω. Αυτό που μέσα μου ούρλιαζε "πέσε, πέσε, πέσε πάνω της" έσπαγε πάνω στον κυματοθραύστη όλων των φόβων του κόσμου. Στάθηκα στη μισάνοιχτη πόρτα για πάντα. Όταν άνοιξε τα μάτια της, δεν μίλησε. Πρέπει να ανάσαινα βαριά και σίγουρα ήθελα να κλάψω. Δεν θυμάμαι τι έκανα με την πόρτα, υποθέτω όμως ότι την κατάπια, έτσι που η οποιαδήποτε αμφισημία με εξοργίζει...

αλογάκια



Παρασκευή 2 Μαρτίου 2012

Μουσική και παιγνιώδης

Σήμερα ήταν μία απ' αυτές τις μέρες που ξυπνάς μ' ένα σκοπό βιδωμένο στο κρανίο, φαντάζομαι καταλαβαίνετε για ποιο πράγμα μιλάω. Κάθε τέτοια μέρα υποθέτω πως ο εκάστοτε σκοπός εμφανίζεται σ' ένα όνειρο που παραείναι έντονο για να το θυμάσαι το πρωί, αλλά αφήνει πίσω τα σάλια του, με τη μορφή ακουστικής παραίσθησης.
Έτσι, λοιπόν, έφτιαξα τον καφέ μου και έβαλα να ακούσω αυτό:


Να μην με παρεξηγήσετε, τον Brian Eno τον αγαπάμε πολύ, αλλά κάτι δεν πήγαινε καλά. Κάτι από την ανάμνηση της νύχτας δεν πάταγε στις νότες. Πρέπει να πω ότι, γενικά, οι παραφωνίες δεν είναι ότι με εκνευρίζουν - μάλλον μ' απογοητεύουν. Σαν να περιμένεις από τον ήχο να δώσει το kick στην καρδιά, κι αυτός να μην κάνει τη δουλειά. Προσπάθησα πάλι:


 Και, ομολογουμένως, τα πράγματα κάπως έστρωσαν. Αλλά πάλι, έχω τραγουδήσει τόσες φορές και τόσο δυνατά "I'm your slice of life" (και το πίστευα, έχω μεγάλη πίστη στη νατουραλιστική μου δύναμη), που ο καημένος ο Τρίτος Θείος έμοιαζε πάλι μισοβαλμένος στο πεντάγραμμο, έτοιμος να αποδημήσει μελαγχολικά εις Κύριον. Το kick πέρασε και δεν ακούμπησε, δηλαδή.

Και τότε απλώς αποδέχτηκα αυτό που απέφευγα τεχνηέντως και δια της επίφασης της 30+ ωριμότητάς μου. Και ο ήχος κούμπωσε στα αυτιά του δεκατετράχρονου, που καπνίζει τα πρώτα του Prince στο πατάρι του πιο σάπιου μπαρ της πόλης και παρακολουθεί ένα μεγαλύτερο αγόρι να τα σπάει με τις κιθάρες, και το πατάρι να τρίζει, να λες ότι τώρα θα φύγουμε κατευθείαν πάνω στα τραπέζια του ισογείου. 

Εγώ απλώς χαμογελάω, κάθε φορά που ανακαλύπτω από την αρχή ότι υπάρχει ένας πυρήνας, που είναι πανέτοιμος ν' απαντήσει με τον ίδιο ακριβώς τρόπο στο ίδιο ερέθισμα, αδιαφορώντας για τις ιδιαιτερότητες της δοσμένης συνθήκης, που λένε...
Καλή ακρόαση






                                                                      


 

Πέμπτη 1 Μαρτίου 2012

Συστολική Πίεση

Παρέλειψα να σου πω πως -απ' ό, τι λένε, δηλαδή- η Κοίλη Οδός ήτανε κάτι σαν την Κυψέλη.
Κι έτσι κοίλη ανάμεσα σε τρεις λόφους, μάζευε τα απόνερα της ημέρας.
Ζευγάρια που τσακώνονται και τηγανίλα και παιδιά που πέφτουν για ύπνο την ίδια ώρα.
Το πλήθος μοιραζόταν τις αναπνοές του περίπου ερασμιακά -απ' ό, τι λένε, δηλαδή-, τα πόδια του ενός στην αυλή του άλλου.
Θέλω να πω, αυτή η υπέρταση δεν γεννήθηκε για 'μας. Απλώς εδώ εκβάλλει.

Υ.Γ.: Πιο αριστερά, όπως κοιτούσαμε, έθαψα μια μέρα το σκύλο της γειτόνισσας. Τον έφερε κλεισμένο σε μαύρη, πλαστική σακούλα, κι εγώ άνοιξα ένα ρηχό λάκκο με το τσαπάκι της κηπουρικής. Δεν ξέρω τι με πείραξε πιο πολύ: ο θάνατος του σκύλου ή η ανεπάρκεια των εργαλείων μου;

link για την έμπνευση

Τετάρτη 29 Φεβρουαρίου 2012

Τρίτη 28 Φεβρουαρίου 2012

Ανορθολογικόν

Μην κλαις
Αυτή η άνοιξη θα μας ξεπλύνει
Τη δημοκρατία των συναισθημάτων
Την αστική μας αβρότητα
Θα γίνουμε αγρότισσες στις εκτάσεις του Μεσαίωνα
Θα χορέψεις γυμνόστηθη στο ξέφωτο
Τη νύχτα που θα θερίζω τους κόπους μου
Και την υπόσχεση των καρπών τους
Ο Ντεκάρτ είχε κιόλας χάσει μαζί μου
Όταν έσυρε το νυστέρι στο στέρνο μου
Για να δει την αντλία μου
Δεν είχε υπολογίσει, ο φτωχός,
Ότι αντλώ τη σιγουριά μου
Ακριβώς από τη στιγμή του αποκεφαλισμού μου

Δευτέρα 27 Φεβρουαρίου 2012

Δεν αποκρίνομαι
Δεν αποκρίνομαι
Αφού το στοίχημα είναι
Εγώ να μάθω να περπατάω
Κι εσύ να μάθεις να στέκεσαι
Θα συναντηθούμε άλλη φορά
Σε μια άλλη σελίδα
Γεμάτη φωνήεντα
Α, ε, η, ι, ει, ο, οι, ου, υ
Δεν θα ' χω λέξεις για να σκεφτώ τα μέλη σου
Κι έτσι θ' αρπάζω ό, τι προεξέχει
Ή ό, τι μου κάνει όρεξη
Όποιον πλησιάζει θα τον πυροβολώ
Με το περίστροφο που θα έχω κρατήσει
Από το βιβλίο που διαβάζουμε όλοι
-Δεν του έχουμε αφαιρέσει ακόμα τα σύμφωνα-
Αυτό λοιπόν.
Θα καταργήσω τα σύμφωνα,
Αφού πρώτα φτιάξω απ' αυτά ένα πιστόλι
Μπαμ, μπαμ


frankly, my dear, i don't give a damn 

Κυριακή 26 Φεβρουαρίου 2012

Παρασκευή 24 Φεβρουαρίου 2012

Τελευταίος Σπασμός

Λιώναμε απ' τη ζέστη και τα τσιμέντα. Πάνω στη μηχανή πέρασε τα χέρια της από τη μέση μου και ακούμπησε τις παλάμες στην κοιλιά μου, που τραβήχτηκε για να κάνει χώρο στις εκδηλώσεις του υπογαστρίου. Η Αριστοτέλους, η Πιπίνου και η Αχαρνών έδειχναν στους θαμώνες τους τα σάπια δόντια της Κόλασης, στάσιμοι βάλτοι στους σαράντα βαθμούς, όμως εμείς περνούσαμε και ανοιγόμασταν αγκαλιασμένες πάνω στην ταχύτητα.
Στην κοίτη του Κηφισού μας περίμεναν οι ανάπηροι και οι αδέσποτοι σκύλοι με τις τσίχλες κολλημένες στη ράχη, οι παρίες κάθε είδους και η μονότονη επανάληψη του κλειδιού που θέτει σε κίνηση ένα μεγάλο μοτέρ, δύο μεγάλα μοτέρ, δεκάδες μεγάλα μοτέρ που θα κινηθούν ανόρεχτα, διεκπεραιωτικά, προς όλα τα σημεία του ορίζοντα.
Δεν φεύγαμε και δεν ερχόμασταν από πουθενά. Κανείς δεν έφευγε και κανείς δεν ερχόταν από πουθενά.
Κρατήσαμε στα χέρια μας πολύχρωμες, δερμάτινες κλωστές. Μου πέρασε μία στο δεξί καρπό. Τυρκουάζ. Τα μάτια μου. Χρησιμοποίησα αυτό το χέρι για να κάνω νεύμα στο κορίτσι του κυλικείου "Φραπέ μέτριο με γάλα".

Τετάρτη 22 Φεβρουαρίου 2012

Ψήφος εμπιστοσύνης

Τι να μας πει η MRB κι η Public Issue, όταν εμείς έχουμε μάτια και αυτιά παντού για να μετράμε το σφυγμό της πόλης;
Ποιός μπορεί να αμφισβητήσει το αλάθητο ένστικτο του απελπιστικά κινητοποιημένου fringe των πεζοδρομίων;
Παραθέτω πραγματικό περιστατικό (με όλη την, προφανέστατη, σημειολογία του), αγαπητές αναγνώστριες, και όχι προκάτ τηλεφωνικές φλωριές.

Νεαρός χρήστης εξαρτησιογόνων ουσιών εισέρχεται σε κατάστημα χειροποίητων επίπλων, με άμεσο στόχο την απόσπαση μικρού (ελάχιστου) χρηματικού ποσού από την κυρία που κάθεται στο γραφείο. Δεν υπάρχει κανένα στοιχείο που μας επιτρέπει να συμπεράνουμε ότι ο νεαρός γνώριζε την ακριβή σχέση της κυρίας με το κατάστημα ή ότι τον ενδιέφερε τελικά αυτή η σχέση, μιας κι όπως είπαμε το ποσό ήταν μικρό, μηδαμινό, τα γνωστά πενήντα λεπτά που εκτιμώνται (από μιαν άγραφη συμφωνία του δρόμου, υποθέτουμε) ως το κόστος του συγκεκριμένου είδους κοινωνικής αλληλεπίδρασης.
Ως εδώ η ιστορία μας δεν είναι παρά η αφόρητη επανάληψη ενός χιλιοπαιγμένου μονόπρακτου-ντεκόρ της καθημερινότητας.
Αλλά
αλλά σ' εκείνο το σημείο το μονόπρακτο κάνει την έκπληξη, ανανοηματοδοτώντας τη σχέση που γεννιέται πάνω από το φάντασμα του πενηντάλεπτου, και η ατάκα του νεαρού χρήστη εξαρτησιογόνων ουσιών αντιστρέφει το σύνηθες συναισθηματικό πρόσημο της επαφής του με αυτούς που κουδουνίζουν πενηντάλεπτα στις τσέπες.
Γιατί ο νεαρός χρήστης εξαρτησιογόνων ουσιών δεν ήθελε να πάρει σάντουιτς ούτε εισιτήριο για τη Βραυρώνα. Και επι λέξει είπε:
"Είμαι αναρχικός και η αδερφή μου είναι πανκ. Μήπως μπορείτε να δώσετε μια μικρή βοήθεια για να πληρώσουμε την εγγύηση ενός φίλου που τον πιάσανε στις 12 Φλεβάρη;"

Υ.Γ.: Εκείνη η ACTA παίζει να μου ζητήσει αναδρομικά ή προλαβαίνω να ποστάρω τραγουδάκι;
  

Τρίτη 21 Φεβρουαρίου 2012

Επιστροφή στα βασικά

Η εφηβεία μου με καταδιώκει.
Ζωή να 'χω...


Τετάρτη 15 Φεβρουαρίου 2012

Μνημειακή Αρχιτεκτονική (Το Δάκρυ του Ερνέστου Τσίλερ)

Ω των δρόμων
Των καιόμενων νεοκλασικών
Των ασφυκτικών θωρακικών κλωβών
Ω των υποδημάτων μας, που σέρνονται
Από υπνοδωμάτιο σε υπνοδωμάτιο
-νοίκι εκατό ευρώ-
ή και κλοτσώντας μαρμάρινες προσδοκίες
-και πολύ είναι-
Ω των παθών μας και Ω! της αμηχανίας μας
Του κυνισμού και των επιστροφών μας.

Είχε μια υποψία, καθώς φορούσε το μαύρο φούτερ που έχασκε γοητευτικά στο λαιμό μετά από τόσα βάλε-βγάλε, μονη ή με παρέα, λίγη σημασία έχει τελοσπάντων.
Είχε μια υποψία, που οι λέξεις δεν τη χωράνε για να την κάνουν πράγμα, για να κάνουν πράγματα απ' αυτή, σαν μπαλόνι που φουσκώνει απροσδόκητα πέρα από τις δυνατότητές του και σπάει πριν προλάβει να γίνει σχήμα για το οπτικό νεύρο, το δικό της ή των άλλων, λίγη σημασία έχει τελοσπάντων.
Είχε μια υποψία, ανώριμο τέκνο του Τραύματος και της Εμπειρίας, πώς η ζωή είναι αυτό που μένει. Αυτό που δεν μπορούσε να συναρθρώσει, και που τελοσπάντων είχε σημασία για όλες μας, είναι το πώς της προσβολής αυτού που μένει από τη Μνήμη.
Ποιός στερεί από τη Μνήμη τα εμπεριεχόμενα ομόρριζά της;
-Μένος Μανία-
Ποιός επιβάλλει στη Μνήμη τα εμπεριεχόμενα ομόρριζά της;
-Μνημείο Μνήμα Μνηστή-
Δεν ήξερε. Κι ούτε ξέρει να πει τι θυμάται από 'μενα.

 Καληνύχτα, ναι